- σταλινικός
- -ή, -ό, Ν [Στάλιν]1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Στάλιν και στον σταλινισμό, αυτός που εμπνέεται από τη θεωρία και τη μεθοδολογία τού σταλινισμού2. το αρσ. και θηλ. ως ουσ. ο σταλινικός, η σταλινικήο σταλινιστής.
Dictionary of Greek. 2013.